- Μπελίνι, Βιντσέντσο
- (Vincenzo Bellini, Κατάνη 1801 – Πιτό, Παρίσι 1835). Ιταλός συνθέτης. Από οικογένεια μουσικών, άρχισε να σπουδάζει μουσική από παιδί και το 1812, με υποτροφία του δήμου Κατάνης, πήγε στη Νάπολη να συνεχίσει τις σπουδές του. Εκεί ανέβασε στο ωδείο την πρώτη του όπερα Άντελσον και Σαλβίνι και το 1827 έκανε την πρώτη του εμφάνιση στο κοινό από το θέατρο Σαν Κάρλο με την όπερα Μπιάνκα και Φερνάντο. Η επιτυχία που είχε του εξασφάλισε συμβόλαιο με το θέατρο της Σκάλας του Μιλάνου, όπου τον ίδιο χρόνο είχε θριαμβευτική υποδοχή με τον Πειρατή. Το κοινό του Μιλάνου χειροκρότησε επίσης θερμά τις δυο πιο φημισμένες όπερες που ανέβηκαν στη σκηνή το 1831: την Υπνοβάτιδα και τη Νόρμα. Το 1833, υποχρεωμένος να γράψει μια όπερα για το Theatre – Italien εγκαταστάθηκε στο Παρίσι, όπου αφιερώθηκε στη σύνθεση των Πουριτανών, που ανεβάστηκαν το 1835 με εξαιρετική επιτυχία· μερικές ημέρες μετά την «πρώτη» αυτής της όπερας, ο Μ. δεχόταν από τα χέρια του Ροσίνι – που του είχε σταθεί γενναιόδωρος σε συμβουλές στην περίοδο αυτή – το παράσημο της Λεγεώνας της Τιμής. Στο αποκορύφωμα της δόξας του, τον ίδιο χρόνο, πέθανε από εντερική λοίμωξη.
Εκτός από τις όπερες που αναφέρθηκαν, ο Μ. είχε γράψει και παρουσιάσει και άλλες: η Ξένη και η Ζαΐρα, (1829), το 1830, οι Καπουλέτοι και οι Μοντέκοι το 1833, η Βεατρίκη της Τέντα. Χρωστά ωστόσο τη φήμη του κυρίως στην Υπνοβάτιδα, τη Νόρμα και τους Πουριτανούς. Η πρώτη είναι ένας πίνακας ειδυλλιακής έμπνευσης και περιέχει αυτό που ο Ροσίνι έκρινε ως την πιο θαυμάσια μελωδία που γράφτηκε ποτέ: «Ah, non credea mirarti»· η δεύτερη, παρά τον τραγικό τόνο, αγγίζει ελαφρά, αν και στα όρια ενός νεοκλασικού περιβάλλοντος, τον δρόμο του μεγάλου εθνικού μελοδράματος· η τρίτη, τέλος, η πιο πλούσια και πιο εξεζητημένη σε μουσική γλώσσα, αντιμετωπίζει τυπικά προβλήματα της ρομαντικής θεματικής. Σε προς κυριαρχεί το ουσιώδες χαρακτηριστικό της μουσικής του Μ.: η υπεροχή του τραγουδιού. Ενώ πράγματι οι όπερες του Ροσίνι στηρίζονται σε έντονη ρυθμική, στα έργα του Μ. αντίθετα, το μελωδικό στοιχείο κυριαρχεί κατά τρόπο ακαταμάχητο. Όμως, αν και δεμένος με την ιταλική λαϊκή παράδοση του «bel canto», o Μ. έδωσε στην όπερα μια ρομαντική μεταμόρφωση, εξαλείφοντας τις δεξιοτεχνικές πλευρές και τονίζοντας τις εκφραστικές. Μια τέτοια όπερα έπρεπε να οδηγήσει σε μια άνθηση ερμηνευτών στενά δεμένη με αυτήν και πράγματι, από τότε μορφές θρυλικές στην ιστορία του τραγουδιού έγιναν η Μαλιμπράν, η Πάστα, οι δυο Γκρίζι, ο Ντοντσέλι και ο μεγάλος Ρουμπίνι, ο κυρίως τραγουδιστής του Μ. Αλλά ακριβώς η δυσκολία του τραγουδιού του Μ. περιορίζει σήμερα τις παραστάσεις των έργων του σε ερμηνευτές κλάσης, όπως η Μαρία Κάλας και η Τζόαν Σάδερλαντ.
Προσωπογραφία του Ιταλού συνθέτη της όπερας Βιντσέντσο Μπελίνι.
Μία ιδιόχειρη σελίδα από την όπερα «Βεατρίκη της Ζένια», του Ιταλού συνθέτη Βιντσέντσο Μπελίνι
Dictionary of Greek. 2013.